Η επίδραση της πλούσιας σε πολυφαινόλες μεσογειακής διατροφής στη σπλαχνική παχυσαρκία

Αρχική - Άρθρα - Η επίδραση της πλούσιας σε πολυφαινόλες μεσογειακής διατροφής στη σπλαχνική παχυσαρκία

Η επίδραση της πλούσιας σε πολυφαινόλες μεσογειακής διατροφής στη σπλαχνική παχυσαρκία

Η συσσώρευση σπλαχνικού λίπους, είναι ένας από τους κυριότερους παράγοντες που διαφοροποιούνται μεταξύ των μεταβολικά υγιών και των ατόμων με παχυσαρκία. Το σπλαχνικό λίπος συνδέεται στενά με την ανάπτυξη πολλαπλών παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως η υπέρταση, η δυσλιπιδαιμία και ο διαβήτης τύπου 2. Επιπλέον, το σπλαχνικό λίπος έχει βρεθεί ότι σχετίζεται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, ιδιαίτερα στους άνδρες, και προτείνεται ως εργαλείο για την αξιολόγηση του κινδύνου εμφάνισής του στο άμεσο μέλλον.

Η μεσογειακή δίαιτα, αποτελεί μια πλούσια πηγή πολυφαινολών, λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς της σε φυτικές πηγές τροφίμων, γεγονός που έχει αποδειχθεί ότι σχετίζεται με ενισχυμένη επίδραση στη μείωση του σπλαχνικού λίπους σε συνδυασμό με σωματική δραστηριότητα και ανεξαρτήτως της απώλειας βάρους. Οι πολυφαινόλες είναι ποικίλες φυτοχημικές ουσίες, κοινές σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης, που έχουν μελετηθεί ευρέως τα τελευταία χρόνια λόγω των πιθανών αντιοξειδωτικών και αντιφλεγμονωδών ιδιοτήτων τους, καθώς και της δυνατότητας πρόληψης της παχυσαρκίας, του διαβήτη τύπου 2, των καρδιαγγειακών και της υπέρτασης. Η απώλεια σπλαχνικού λίπους θα μπορούσε να συσχετιστεί με τη χαμηλότερη πρόσληψη κόκκινου κρέατος και την αυξημένη πρόσληψη διαιτητικών ινών, η οποία αντικατοπτρίζεται από υψηλότερα επίπεδα πολυφαινόλης και φυλλικού οξέος στο πλάσμα.


Σε περιπτώσεις απώλειας βάρους μετά από δίαιτα, η μείωση του σπλαχνικού λίπους έχει συσχετιστεί με βελτιωμένο προφίλ λιπιδίων, καθώς η μεγάλη μείωση του υποδόριου λιπώδη ιστού μπορεί να συνδέεται με ένα ευεργετικό γλυκαιμικό προφίλ. Το επιφανειακό υποδόριο λίπος συνδέεται με βελτιωμένο γλυκαιμικό έλεγχο (HbA1c και γλυκόζη νηστείας) και καλύτερους δείκτες καρδιαγγειακής υγείας. Αυτές οι διαφορές μπορεί να εξηγηθούν από τη διαφορετική ευαισθησία στις ορμόνες λιπολυτικής διέγερσης. Τα λιποκύτταρα του σπλαχνικού λιπώδη ιστού εμφανίζουν υψηλότερη λιπογονική και λιπολυτική δραστηριότητα και παράγουν περισσότερες προφλεγμονώδεις κυτοκίνες, ενώ τα υποδόρια λιποκύτταρα αποτελούν την κύρια πηγή λεπτίνης. Επομένως, μια μείωση στη συσσώρευση σπλαχνικού λίπους, γνωστή ως βασικός παράγοντας κινδύνου για την ανάπτυξη καρδιαγγειακής νόσου, μπορεί να μειώσει τις μεταβολικές επιπλοκές, να βελτιώσει το προφίλ των λιπιδίων και να μειώσει τον καρδιομεταβολικό κίνδυνο. Κατά συνέπεια, η κατανομή των κοιλιακών αποθηκών λίπους μπορεί να αποτελεί βασικό παράγοντα καρδιομεταβολικού κινδύνου, και όχι τόσο το συνολικό σωματικό βάρος.


Η θετική επίδραση της μεσογειακής δίαιτας στην υγεία, υψηλής περιεκτικότητας σε
πολυακόρεστα και μονοακόρεστα λιπαρά οξέα και χαμηλή περιεκτικότητα σε κόκκινο
κρέας, πλέον έχει εδραιωθεί και αναγνωριστεί πλήρως. Ωστόσο, υπάρχουν μελέτες
που αποδεικνύουν ότι μια χορτοφαγική δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά
μπορεί να επιτύχει μείωση του βάρους και να επιδράσει θετικά στο προφίλ των
λιπιδίων συγκριτικά με τη μεσογειακή δίαιτα. Σε ορισμένες μελέτες, διαφορετικά
διατροφικά μοτίβα δεν εμφανίζουν επίδραση σε συγκεκριμένες κοιλιακές αποθήκες λίπους, ενώ άλλες προτείνουν ότι η πρόσληψη απλών υδατανθράκων και κόκκινου/επεξεργασμένου κρέατος αυξάνει κυρίως το σπλαχνικό λίπος. Η πρόσληψη φρούτων και δημητριακών ολικής άλεσης, μονοακόρεστων και πολυακόρεστων λιπαρών οξέων φαίνεται να μειώνει τη συσσώρευση σπλαχνικού λίπους. Τέλος, τα
ευεργετικά αποτελέσματα της πλούσιας σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης μεσογειακής δίαιτας, στη στοχευμένη μείωση του σπλαχνικού λίπους, καθώς και της μη αλκοολικής λιπώδης νόσου του ήπατος θα μπορούσαν να αποδοθούν στις πολυφαινόλες.

Ανθούλα Διακουμή

Share